Η χρήση επιστημονικών μεθοδολογιών για την ανίχνευση και ανάλυση βιολογικού/γενετικού υλικού, έχει συμβάλλει θεαματικά στην επίλυση των ποινικών υποθέσεων. Τα αποτελέσματα που προκύπτουν από τις αναλύσεις του βιολογικού υλικού παρέχουν σημαντικές πληροφορίες για τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν, οι οποίες, χωρίς αυτές, θα παρέμεναν στο σκοτάδι.
Μετά την ταυτοποίηση του βιολογικού υλικού ακολουθεί η γενετική ανάλυση η οποία οδηγεί στην εξαγωγή του γενετικού προφίλ του ατόμου από το οποίο προέρχεται το υλικό και στον προσδιορισμό του φύλου (αρσενικό/θηλυκό). Κατόπιν σύγκρισης του αποτελέσματος με το γενετικό προφίλ των υπόπτων, μπορεί με ασφάλεια να ταυτοποιηθεί ο δότης του υλικού. Στην περίπτωση όπου ανιχνεύεται γενετικό υλικό περισσότερων του ενός ατόμων, μπορεί να πραγματοποιηθεί εκτίμηση του αριθμού των συνολικών δοτών καθώς και ειδικότερα εκτίμηση του αριθμού των αρσενικών δοτών, πληροφορία που είναι πολύ χρήσιμη στις περιπτώσεις ομαδικών βιασμών για την απαρίθμηση των δραστών.
Από τα παραπάνω διαφαίνεται σαφώς η εξαιρετικά πολύτιμη συμβολή της επιστήμης της Γενετικής στην ποινική δίκη. Η συμβολή αυτή μπορεί να λάβει χώρα είτε σε εργαστηριακό επίπεδο ανάλυσης των πειστηρίων είτε σε συμβουλευτικό επίπεδο μετά την ολοκλήρωση των αναλύσεων για την ερμηνεία των αποτελεσμάτων και την αξιολόγηση της ορθότητας και της καταλληλότητας των μεθοδολογιών που χρησιμοποιήθηκαν. Με την αλματώδη πρόοδο που παρουσιάζει η τεχνολογία και η επιστήμη, οι νέες μεθοδολογίες που προκύπτουν συνεχώς και οι οποίες γίνονται ολοένα και πιο ευαίσθητες, μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε παλιές υποθέσεις παρέχοντας μια πιο διεισδυτική ματιά η οποία μπορεί είτε να προσθέσει πληροφορίες είτε ακόμα και να ανατρέψει τα έως τώρα δεδομένα…
|Αρθρογραφία από τους Δικαστικούς Πραγματογνώμονες της DNAlogy|